(ΠΑΜE)-(Σύλλογος Προοδευτικών Γυναικών)
(Σωματείο Συνταξιούχων ΙΚΑ)-(ΠΑΜΕ υγείας πρόνοιας [παράρτημα])
(ΠΑΜΕ εκπαιδευτικών γρ.Β.Αττικής)-(Συνδικάτο ΟΤΑ [παράρτημα])
(Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών)-(Π.Α.Σ.ΕΒΕ)
(Σύνδεσμος Συνταξιούχων Δ.Υ. Αθήνας [επιτροπή Β.Π.])

Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

Η απεργία στο εργοστάσιο πλεκτών «ΤΡΙΚΟΠΙ» (Γενάρης - Φλεβάρης 1976)

Η λύσσα του αστικού κράτους, που στάθηκε στο πλευρό της εργοδοσίας, δεν μπόρεσε να κάμψει τους απεργούς

Στις 26 Γενάρη 1976, οι εργάτες και οι εργάτριες του εργοστασίου πλεκτών «ΤΡΙΚΟΠΙ», στην περιοχή της Κολοκυνθούς, ξεκίνησαν 24ωρη απεργία, η οποία εξελίχθηκε σε απεργία διαρκείας, φθάνοντας μέχρι τις 24 Φλεβάρη.
Στο εργοστάσιο δούλευαν περίπου 230 εργάτες, στην πλειοψηφία τους γυναίκες. Από αυτούς, οι 80 δούλευαν στο πλεκτήριο, οι 120 στο κοπτήριο - ραπτική και οι 30 στην αποθήκη. Οι απολύσεις συναδέλφων τους για συνδικαλιστικούς λόγους, τα χαμηλά μεροκάματα και οι άθλιες συνθήκες εργασίας ήταν οι βασικοί λόγοι που ξεκίνησαν τον αγώνα τους. Και σε αυτήν την απεργία, το αστικό κράτος ανέλαβε να καταστείλει τον αγώνα των εργατών, να κάμψει την αγωνιστική τους διάθεση.
Στο φύλλο του «Ριζοσπάστη» στις 27 Γενάρη 1976 γίνεται αναφορά στις συνθήκες εργασίας: Αποπνικτική ατμόσφαιρα, συνεχής ορθοστασία, σκόνη και χνούδι παντού. Φαρμακείο δεν υπήρχε, ούτε εξαεριστήρες και θέρμανση.
«Οσοι δουλεύουν στην αποθήκη - σημειώνεται στο σχετικό ρεπορτάζ - όπου είναι οι πρώτες ύλες και τα έτοιμα (νήματα, υφάσματα, πλεκτά), υποφέρουν από την υγρασία που έχει ο χώρος, με αποτέλεσμα νέες εργάτριες να πάσχουν από ρευματισμούς.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες εργάζονται 25 περίπου ανήλικοι που το μεροκάματό τους είναι 120-150 δραχμές παρά την ύπαρξη της κλαδικής συλλογικής σύμβασης που καθορίζει 190 δρχ. τα μεροκάματα των ανηλίκων και μαθητευομένων. (...) Χώροι υγιεινής όπως τουαλέτες, αποδυτήρια, νιπτήρες, λουτρά δεν υπάρχουν. Ούτε και το εστιατόριο λειτουργεί».
Τα αιτήματα των εργατών και εργατριών ήταν να επαναπροσληφθούν οι τρεις συνάδελφοί τους που απολύθηκαν για τη συνδικαλιστική τους δράση, αύξηση αποδοχών 25%, βελτίωση των συνθηκών δουλειάς. Η συμμετοχή στην απεργία ήταν σχεδόν καθολική.
Αλληλεγγύη και τρομοκρατία
Τη συμπαράστασή τους εξέφρασαν από την αρχή η Κομματική Οργάνωση Κολωνού του ΚΚΕ, η ΚΝΕ Κολωνού, η ΕΣΑΚ Αθήνας, η Δημοκρατική Κίνηση Νέων Περιστερίου, το Σωματείο Ετοίμων Ενδυμάτων και Εσωρούχων, το Σωματείο Οδηγών και Εισπρακτόρων κ.ά.
Η εργοδοσία προσπάθησε να σπάσει την απεργία, πιέζοντας με διάφορους τρόπους τους εργάτες να γυρίσουν στη δουλειά. Ο «Ριζοσπάστης» έγραφε στις 30 Γενάρη 1976: «Η εργοδοσία με διάφορους τρόπους προσπαθεί να τρομοκρατήσει τους απεργούς και να σπάσει την απεργία. Στέλνει αυτοκίνητα σε σπίτια εργατών, όπως οι ίδιες καταγγέλλουν, για να τις πάνε για δουλειά».
Στο ίδιο ρεπορτάζ, μια νεαρή εργάτρια είχε πει: «Κουβέντα καλή δεν ακούμε. Μόνο βρισιές και προσβολές. Μια συναδέλφισσα πήγε να ζητήσει αύξηση, όπως δόθηκε και στις άλλες που δούλευαν μαζί. Η γυναίκα του εργοδότη κ. Χαραλαμπίδη την έδιωξε λέγοντάς της ότι είναι αγράμματη (!) Επίσης ασκείται πίεση να εντατικοποιήσουμε τη δουλειά μας, για να αυξάνεται η παραγωγή, χωρίς να παίρνουμε το παραμικρό πριμ, παραπάνω από το βασικό μεροκάματο».
Μια άλλη ανήλικη εργάτρια πρόσθεσε: «Γράψτε κάτι και για μας τις ανήλικες. Είμαστε αρκετές εδώ μέσα, δεκάδες. Εγώ παίρνω 650 δραχμές τη βδομάδα, δηλαδή ούτε 110 δραχμές τη μέρα, ενώ κάνω όλες τις δουλιές, όπως και οι ενήλικες».
Το κράτος αναλαμβάνει δράση
Καθώς η εργοδοσία δεν μπόρεσε να σπάσει την απεργία, την κατάσταση ανέλαβε το αστικό κράτος. Στις 12 Φλεβάρη έστειλε αστυνομικές δυνάμεις. Το Σάββατο 14 Φλεβάρη έγινε η αναμενόμενη επέμβαση. Ο «Ριζοσπάστης» στις 15 Φλεβάρη έγραφε για τα γεγονότα της προηγούμενης μέρας:
«Από το πρωί οι εργάτες είχαν δημιουργήσει "αλυσίδα" αποκλείοντας τους απεργοσπάστες στην είσοδο του εργοστασίου. Ο δήμαρχος Περιστερίου κ. Δημ. Φωλόπουλος κι ο συνδικαλιστής της ΕΣΑΚ Κώστας Παπανικολάου προσπάθησαν να αποτρέψουν την επίθεση της αστυνομίας που είχε στο μεταξύ καταφθάσει έξω από το "ΤΡΙΚΟΠΙ". Μίλησαν επίσης με τους εργοδότες σε μια προσπάθεια να βρεθεί ικανοποιητική λύση στα εργατικά αιτήματα.
Σε λίγο κατέφθασαν τα οχήματα της πυροσβεστικής και άρχισε η διαδικασία για τη "δυναμική" εξόρμηση της αστυνομίας. Στο μεταξύ από τα διπλανά εργοστάσια είχαν βγει στο δρόμο οι εργάτες που με κάθε τρόπο έδειχναν τη συμπαράστασή τους στους συναδέλφους τους του "ΤΡΙΚΟΠΙ". Η τελευταία φάση της χθεσινής αστυνομικής εξόρμησης, γράφτηκε όταν ο εισαγγελέας κ. Μπλέτσας προειδοποίησε τους απεργούς να απομακρυνθούν. Οι αστυνομικοί εξόρμησαν, ενώ την ίδια στιγμή οι κλούβες γέμιζαν από απεργούς».
Επίσης, σε άρθρο στην πρώτη σελίδα του «Ριζοσπάστη», στις 17 Φλεβάρη 1976, σημειώνεται: «Η επέμβαση της αστυνομίας έγινε ακριβώς τη στιγμή που η επιχείρηση είχε ετοιμάσει τον απεργοσπαστικό μηχανισμό της από άεργους και άνεργους για να κάμψει την αντίσταση των απεργών και να διατηρήσει καθηλωμένα τα μεροκάματα που δίνει (200 δρχ. στις γυναίκες που αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία του προσωπικού και 219 στους άντρες)».
Για να υπάρχει μέτρο σύγκρισης, ο «Ριζοσπάστης» σημείωνε ακόμα ότι οι τιμές των βασικών ειδών διατροφής και των υπηρεσιών «αυξήθηκαν τον τελευταίο καιρό από 30% μέχρι και 70%. Η κυβέρνηση όμως εξακολουθεί να θεωρεί "κοινωνικές αταξίες" και "αναρχικές εκδηλώσεις" κάθε κινητοποίηση των εργαζομένων για αύξηση των αποδοχών τους».
Κέρδισαν αυξήσεις στους μισθούς
Παρά την επέμβαση των δυνάμεων καταστολής αλλά και την προκλητική αδιαφορία που επέδειξαν η ΓΣΕΕ και το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, οι εργάτες συνέχισαν τον αγώνα τους. Η απεργία έληξε με τους εργάτες να αποσπούν αυξήσεις 13%, ενώ η επαναπρόσληψη των απολυμένων θα κρινόταν στο δικαστήριο.

Δυο εργάτριες θυμούνται...
Ο «Ριζοσπάστης» ζήτησε από δυο εργάτριες που συμμετείχαν στην απεργία του 1976 να περιγράψουν τα γεγονότα της εποχής, όπως τα βίωσαν. Το κείμενο που ακολουθεί είναι της Χριστίνα Τσεντούρου και τηςΜαρίας Κεφαλληνού.
«Η απεργία ξέσπασε αυθόρμητα και απροετοίμαστα, με αφορμή την απόλυση ενός συναδέλφου. Ομως κάθε προετοιμασία που χρειαζόταν για να συνεχιστεί η απεργία έγινε βήμα - βήμα από τους κομμουνιστές που δουλεύαμε στο εργοστάσιο, με τη συμμετοχή των απεργών.
Μέρα παρά μέρα γινόταν Γενική Συνέλευση των απεργών με συνεχείς αποφάσεις για την περιφρούρηση της απεργίας και την εξασφάλιση της αλληλεγγύης. Αλλες ομάδες ενημερώναμε τα γύρω εργοστάσια και τις βιοτεχνίες (καπνεργοστάσιο, τυπογραφεία, ξυλουργεία, υφαντουργεία κ.λπ.) και άλλες ομάδες τα σπίτια της γειτονιάς.
Μέσα στο δίμηνο της απεργίας εκατοντάδες εργαζόμενοι μας συμπαραστάθηκαν: Από το καπνεργοστάσιο με τσιγάρα για τους απεργούς, από τα εργοστάσια με χρήματα που μάζευαν κάθε Σάββατο που υπήρχε πληρωμή, ο διπλανός φούρναρης καθημερινός συμπαραστάτης, όπως και οι κάτοικοι της γειτονιάς. Τα βράδια ομάδες απεργών επισκεπτόμασταν τις μπουάτ της Πλάκας (Λημέρι, Ταμπούρι, Απανεμιά κ.ά.). Σταματούσε το πρόγραμμα, μιλούσε ένας απεργός και ενώ συνέχιζε το πρόγραμμα ΟΛΟΙ οι θαμώνες συνέβαλαν στο απεργιακό μας ταμείο.
Από αυτό το ταμείο χρήματα έπαιρναν με προτεραιότητα όσοι είχαν οικογένειες και οι σπουδαστές που έμεναν μόνοι τους στην Αθήνα.
Με αυτή τη μεγάλη πολύπλευρη αλληλεγγύη η απεργία κατάφερε να κρατήσει.
Οταν το κράτος αποφάσισε να ξεμπερδέψει με τους απεργούς (γυναίκες κυρίως) και να σταθεί αλληλέγγυο στον εργοδότη, παρέταξε απέναντί μας εκτός από τους αστυνομικούς και πυροσβεστικές αντλίες που έριχναν νερό κατευθείαν στα μάτια, ώστε να γίνουμε "ανίκανοι" να αντισταθούμε και να μας συλλάβουν.
Δύο κλούβες γεμάτες απεργούς που τραγουδούσαν. Μας πήγαν στην Ασφάλεια στη Μεσογείων.
Σταθήκαμε όρθιοι όχι μόνο γιατί ατσαλωθήκαμε αυτό το διάστημα, αλλά και γιατί πίσω μας δεκάδες αυτοκίνητα, γεμάτα εργάτες και κατοίκους, οι οικογένειές μας, μας ακολουθούσαν και παρέμειναν οι περισσότεροι έξω από την Ασφάλεια μέχρι την απελευθέρωσή μας.
Αξίζει να αναφέρουμε δύο περιστατικά αυτής της φάσης του αγώνα:
Ενας απεργός φοβήθηκε και έφυγε την ώρα της σύγκρουσης. Τον βρήκαμε κάτω από την Ασφάλεια να μας περιμένει.
Επίσης, ένας απεργός που είχε 100 δραχμές στην τσέπη του άφησε τις 50 δραχμές στη μία κλούβα και πήγε στη δεύτερη να αφήσει τις άλλες 50 δραχμές για ό,τι χρειαστούν οι απεργοί.
Το δίκιο του αγώνα, η σχεδιασμένη παρέμβασή μας σε δεκάδες χώρους δουλειάς που βοηθούσαν και άλλοι εργαζόμενοι, η συνεχής και πολύπλευρη αλληλεγγύη, ήταν η βάση για να συνεχιστεί για τόσο μεγάλο διάστημα - χωρίς ιδιαίτερες απώλειες - ο αγώνας και εμείς να βγούμε ατσαλωμένοι».